Αρχαιολογικός χώρος Βίτσας Ζαγορίου

Χωροι & μνημεια Αρχαιολογικός χώρος Βίτσας Ζαγορίου

Ο οικισμός

Ο αρχαίος οικισμός εντοπίστηκε τυχαία το 1965, κατά τις εργασίες κατασκευής της κοινοτικής δεξαμενής της Βίτσας. Οι ανασκαφές έγιναν από την Ιουλία Βοκοτοπούλου, από το 1966 έως το 1987, με την οικονομική ενίσχυση του Ιδρύματος της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Οι οικισμός χρονολογείται από τα μέσα του 9ου έως το τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ. Δεν γνωρίζουμε την αρχαία ονομασία του. Πρόκειται ένα μικρό χωριό (κώμη), όπου διέμενε ένας μικρός αριθμός οικογενειών. Οι κάτοικοι ανήκαν στο φύλο των Μολοσσών, ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και καλλιεργούσαν μικρά κομμάτια γης.

Την αρχική εγκατάσταση του 9ου-8ου αι. π.Χ., αντικατέστησαν μεγαλύτερες κατασκευές κατά τον 7ο-6ο αι. π.Χ. Ο οικισμός επεκτάθηκε στο τέλος του 5ου αι. π.Χ.. Τότε διαμορφώθηκε ένας υπαίθριος πλακόστρωτος χώρος, η πλατεία του χωριού και άρχισαν να κατασκευάζονται μεγαλύτερα σπίτια. Η ανώτερη, και σήμερα, ορατή φάση ανήκει στο 2ο μισό του 4ου αι. π.Χ.

Ο οικισμός αποτελούνταν από κτίρια μονόχωρα, καμπύλα και ορθογώνια. Οι τοίχοι των σπιτιών είχαν λίθινη κρηπίδα και συνήθως πλίνθινη ανωδομή. Τα δάπεδα ήταν από πατημένο πηλό με εστίες στο κέντρο. Για τη στέγαση χρησιμοποιούσαν κλαδιά αλειμμένα με πηλό. Εξαίρεση αποτελεί η οικία Θ, στα βορειοδυτικά του οικισμού, η οποία είχε τέσσερα δωμάτια και στέγη με κεραμίδες. Χρονολογείται στον 4ο αι. π.Χ.

Τα νεκροταφεία

Βόρεια και νότια του οικισμού ανασκάφηκαν δύο νεκροταφεία με 180 τάφους. Οι τάφοι διακρίνονται σε απλούς λακκοειδείς και σε λιθόκτιστους, σκεπασμένους με λιθοσωρό. Οι νεκροί ήταν θαμμένοι σε ύπτια θέση. Τα κτερίσματα, κυρίως αγγεία, κοσμήματα και όπλα, ήταν τοποθετημένα δίπλα στο κρανίο και στα πόδια ή δίπλα στις κνήμες. Οι ενταφιασμοί ήταν συνήθως ατομικοί. Μόνον σε δύο περιπτώσεις μαζί με τον γυναικείο σκελετό, βρέθηκε σκελετός βρέφους ή δύο παιδιών.

Κατά τη διάρκεια των πέντε αιώνων χρήσης του νεκροταφείου δεν παρατηρήθηκε καμία αλλαγή στον τρόπο ταφής και κτέρισης. Οι τάφοι περιείχαν κυρίως αγγεία. Όλοι σχεδόν οι ανδρικοί τάφοι περιείχαν όπλα. Μαχαίρια βρέθηκαν σε ορισμένους γυναικείους τάφους, μαζί με αργυρά, χάλκινα και σιδερένια κοσμήματα.

Στο τέλος του 8ου αι. π.Χ. κάνουν την εμφάνισή τους αγγεία από τη Nότια και Δυτική Ελλάδα. Στους τάφους βρέθηκαν επίσης αγγεία από την Κόρινθο, τα οποία χρονολογούνται από τον 7ο έως τον 5ο αι. π.Χ. Ξεχωρίζουν τα χάλκινα αγγεία του 6ου αι. π.Χ. Στους τάφους βρέθηκαν επίσης Αθηναϊκά μελανόμορφα και ερυθρόμορφα αγγεία του 5ου και 4ου αι. π.Χ., καθώς και μελαμβαφή αγγεία, προερχόμενα από ηπειρωτικά εργαστήρια, όπως της Αμβρακίας, αποικίας των Κορινθίων στον Αμβρακικό Κόλπο. Τα αντικείμενα αυτά υπήρξαν προϊόντα ανταλλαγής: οι Μολοσσοί αντάλλασσαν δέρματα, μαλλί, υφαντά, και ίσως γεωργικά προϊόντα.

Ιωάννινα, 04/02/2022
Ιουλία Κατσαδήμα.

Μετάβαση στο περιεχόμενο